LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Drilling bit
/dɹˈɪlɪŋ bˈɪt/
/dɹˈɪlɪŋ bˈɪt/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "drilling bit"
Drilling bit
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a bit used in drilling for oil
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
drilling
drilled
drill-like
drill steel
drill site
drilling fluid
drilling mud
drilling pipe
drilling platform
drilling rig
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App