Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Dregs
01
κατακάθι, ιζήματα
the small solid particles that settle at the bottom of a liquid
Παραδείγματα
The coffee was bitter because I accidentally drank the dregs at the bottom of the cup.
Ο καφές ήταν πικρός γιατί κατά λάθος ήπια την ίλιγγα στο βάθος του φλιτζανιού.
She swirled the wineglass to loosen the dregs before pouring them out.
Εκείνη γύρισε το ποτήρι κρασιού για να χαλαρώσει τα κατακάθια πριν τα χύσει.
02
αποβλήτων, κάκωμα
the most worthless part of something
Παραδείγματα
The corrupt official was considered part of the dregs of society.
Ο διεφθαρμένος αξιωματούχος θεωρούνταν μέρος των αποβλήτων της κοινωνίας.
She refused to associate with the dregs of the local gang.
Αρνήθηκε να συναναστραφεί με τα αποβράσματα της τοπικής συμμορίας.



























