Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Drawbridge
01
κινητή γέφυρα, γεφύρα ανύψωσης
a bridge that can be pulled up in order to control the entrance or passage by people or ships
Λεξικό Δέντρο
drawbridge
draw
bridge
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
κινητή γέφυρα, γεφύρα ανύψωσης
Λεξικό Δέντρο
draw
bridge