Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
distressingly
Παραδείγματα
Her voice was distressingly faint, barely audible over the static.
Η φωνή της ήταν θλιβερώς αδύναμη, μετά βίας ακουστή πάνω από το στατικό.
The news was distressingly familiar, echoing last week's tragedy.
Τα νέα ήταν οδυνηρά γνωστά, αντηχώντας την τραγωδία της περασμένης εβδομάδας.
Λεξικό Δέντρο
distressingly
distressing
distress



























