Alleviated
volume
British pronunciation/ɐlˈiːvɪˌe‍ɪtɪd/
American pronunciation/əˈɫiviˌeɪtɪd/

Ορισμός και Σημασία του "alleviated"

alleviated
01

(of pain or sorrow) made easier to bear

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store