Directing
volume
British pronunciation/da‍ɪɹˈɛktɪŋ/
American pronunciation/daɪˈɹɛktɪŋ/, /dɝˈɛktɪŋ/, /diˈɹɛktɪŋ/, /dɪˈɹɛktɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "directing"

01

showing the way by conducting or leading; imposing direction on

word family

direct

direct

Verb

directing

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store