Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
digitally
01
ψηφιακά, με ψηφιακό τρόπο
with the use of computers or electronic devices
Παραδείγματα
The photograph was stored digitally on the computer's hard drive.
Η φωτογραφία αποθηκεύτηκε ψηφιακά στον σκληρό δίσκο του υπολογιστή.
The document was signed digitally using an electronic signature.
Το έγγραφο υπογράφηκε ψηφιακά χρησιμοποιώντας μια ηλεκτρονική υπογραφή.
02
ψηφιακά, με τα δάχτυλα
by means of the fingers
Λεξικό Δέντρο
digitally
digital
digit



























