LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Deviationism
/dˌiːvɪˈeɪʃənˌɪzəm/
/dˌiːvɪˈeɪʃənˌɪzəm/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "deviationism"
Deviationism
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
ideological defection from the party line (especially from orthodox communism)
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
deviation
deviated septum
deviated nasal septum
deviate
deviant
deviationist
device
device characteristic
devil
devil dances in empty pockets
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App