Deodourant
volume
British pronunciation/diːˈəʊdəɹənt/
American pronunciation/diːˈoʊdɚɹənt/

Ορισμός και Σημασία του "deodourant"

01

a toiletry applied to the skin in order to mask unpleasant odors

deodourant definition and meaning
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store