Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
alas
01
Αλίμονο, Δυστυχώς
used to express sorrow, regret, or disappointment over an unfortunate situation or outcome
Παραδείγματα
Alas! We have lost everything in the fire.
Αλίμονο! Χάσαμε τα πάντα στη φωτιά.
Alas! He died before seeing his dream fulfilled.
Αλίμονο! Πέθανε πριν δει το όνειρό του να πραγματοποιείται.
Παραδείγματα
Alas! We have lost everything in the fire.
Αλίμονο! Χάσαμε τα πάντα στη φωτιά.
Alas! He died before seeing his dream fulfilled.
Αλίμονο! Πέθανε πριν δει το όνειρό του να πραγματοποιείται.



























