Cramped
volume
British pronunciation/kɹˈæmpt/
American pronunciation/ˈkɹæmpt/

Ορισμός και Σημασία του "cramped"

01

(of a room, house, etc.) lacking enough space

cramped

adj

cramp

v
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store