LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Convexity
/kənvˈɛksɪti/
/kənvˈɛksɪɾi/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "convexity"
Convexity
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the property possessed by a convex shape
02
a shape that curves or bulges outward
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
convex shape
convex polyhedron
convex polygon
convex lens
convex
convexly
convexness
convexo-concave
convexo-convex
convey
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App