conqueror
con
ˈkɑn
καν
que
κερ
ror
rɜr
ρερρ
British pronunciation
/kˈɒnkwəɹɐ/

Ορισμός και σημασία του "conqueror"στα αγγλικά

01

κατακτητής

someone who forcibly takes control of a city or country and its citizens
example
Παραδείγματα
Alexander the Great is remembered as a legendary conqueror who created one of the largest empires in history.
Ο Μέγας Αλέξανδρος θυμάται ως ένας θρυλικός κατακτητής που δημιούργησε μια από τις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες στην ιστορία.
The conqueror led his armies through numerous battles, claiming territories far and wide.
Ο κατακτητής οδήγησε τους στρατούς του μέσα από πολλές μάχες, διεκδικώντας εδάφη μακριά και πλατιά.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store