Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
congruent
01
συμμετρικός, ταυτόσημος
(in geometry) describing shapes of the same size and form
Παραδείγματα
If you fold the paper along the crease, the two halves are congruent.
Αν διπλώσεις το χαρτί κατά μήκος της τσάκισης, τα δύο μισά είναι ίσα.
All sides of the congruent squares are equal in length.
Όλες οι πλευρές των ίσων τετραγώνων είναι ίσες σε μήκος.
02
συμβατός, ταιριαστός
similar and in agreement with something
Παραδείγματα
His actions were congruent with his words, showing integrity and honesty.
Οι πράξεις του ήταν συνεπείς με τα λόγια του, δείχνοντας ακεραιότητα και ειλικρίνεια.
The company's values are congruent with its mission statement, emphasizing integrity and innovation.
Οι αξίες της εταιρείας είναι συνεπείς με τη δήλωση αποστολής της, τονίζοντας την ακεραιότητα και την καινοτομία.
Λεξικό Δέντρο
incongruent
congruent
congru



























