A little
volume
British pronunciation/ɐ lˈɪtəl/
American pronunciation/ɐ lˈɪɾəl/

Ορισμός και Σημασία του "a little"

01

a small amount

a little definition and meaning
01

used to indicate a small amount or quantity of something

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store