Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Cold sweat
01
κρύος ιδρώτας, ιδρώτας από φόβο
a state in which one sweats because of being really scared or anxious
Παραδείγματα
I break into a cold sweat whenever I have to speak in front of a large audience.
Κρύος ιδρώτας μου βγαίνει κάθε φορά που πρέπει να μιλήσω μπροστά σε ένα μεγάλο ακροατήριο.
She often breaks out in a cold sweat during exams.
Συχνά κάνει κρύο ιδρώτα κατά τις εξετάσεις.



























