Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
L streamer
01
απογοητευτικός στρίμερ, μέτριος στρίμερ
a streamer whose content is poor, disappointing, or unenjoyable
Παραδείγματα
That match made him an L streamer today.
Αυτός ο αγώνας τον έκανε L streamer σήμερα.
L streamer; this content is n't fun at all.
L streamer ; αυτό το περιεχόμενο δεν είναι καθόλου διασκεδαστικό.



























