derpy
Pronunciation
/dˈɜːpi/
British pronunciation
/dˈɜːpi/

Ορισμός και σημασία του "derpy"στα αγγλικά

01

ηλίθιος, αστείος

silly, goofy, or awkward in a funny way
SlangSlang
example
Παραδείγματα
The cat made a derpy face while chasing its tail.
Η γάτα έκανε ένα ανόητο πρόσωπο ενώ κυνηγούσε την ουρά της.
His derpy dance moves had everyone laughing.
Οι αδέξιες χορευτικές του κινήσεις έκαναν όλους να γελούν.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store