Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Sapphine
01
μια αμφιφυλόφιλη γυναίκα, μια σεξουαλικά ρευστή γυναίκα
a bisexual or fluidly sexual woman
Παραδείγματα
That sapphine proudly shared her experiences dating women and men.
Αυτή η sapphine μοιράστηκε με περηφάνια τις εμπειρίες της στο ραντεβού με γυναίκες και άνδρες.
Everyone admired the sapphine's confidence in expressing her sexuality.
Όλοι θαύμαζαν την αυτοπεποίθηση της sapphine στην έκφραση της σεξουαλικότητάς της.



























