Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Office junior
01
νεαρός υπάλληλος γραφείου, διοικητικός εκπαιδευόμενος
a young or inexperienced employee who does basic administrative tasks in an office, such as filing, copying, or delivering documents
Dialect
British
Παραδείγματα
He started as an office junior straight out of school.
Ξεκίνησε ως νεαρός υπάλληλος γραφείου αμέσως μετά το σχολείο.
The office junior handles most of the filing and photocopying.
Ο νεότερος γραφείου χειρίζεται το μεγαλύτερο μέρος της αρχειοθέτησης και της φωτοτυπίας.



























