Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Cropland
01
καλλιεργήσιμη γη, αγροτική γη
land that is used for growing crops like wheat, rice, or vegetables
Παραδείγματα
The farmer owns a large area of cropland near the river.
Ο αγρότης κατέχει μια μεγάλη έκταση καλλιεργήσιμης γης κοντά στο ποτάμι.
The cropland was dry and needed water before planting season.
Η καλλιεργήσιμη γη ήταν ξηρή και χρειαζόταν νερό πριν από την περίοδο φύτευσης.



























