Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
aeroponic
01
αεροπονικός, σχετικός με την αεροπονία
related to a method of growing plants without soil, where roots hang in the air and are sprayed with a nutrient-rich mist
Παραδείγματα
The farm uses an aeroponic system to grow vegetables indoors.
Η φάρμα χρησιμοποιεί ένα αεροπονικό σύστημα για την καλλιέργεια λαχανικών σε εσωτερικούς χώρους.
Aeroponic methods save water compared to traditional farming.
Οι αεροπονικές μέθοδοι εξοικονομούν νερό σε σύγκριση με την παραδοσιακή γεωργία.



























