Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
aforesaid
01
προαναφερθείς, προηγουμένως αναφερόμενος
previously mentioned or spoken of
Παραδείγματα
The aforesaid terms and conditions must be agreed upon before proceeding further.
Οι προαναφερθέντες όροι και προϋποθέσεις πρέπει να συμφωνηθούν πριν προχωρήσετε.
In the last meeting, the aforesaid proposal was accepted by a majority of members.
Στην τελευταία συνάντηση, η προαναφερθείσα πρόταση έγινε αποδεκτή από την πλειοψηφία των μελών.



























