Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
civil engineering
/sˈɪvəl ˌɛndʒɪnˈɪɹɪŋ/
/sˈɪvəl ˌɛndʒɪnˈiəɹɪŋ/
Civil engineering
01
πολιτικός μηχανικός, μηχανική πολιτικών έργων
a field of engineering that deals with the design, construction, and repair of buildings, bridges, roads, etc.
Παραδείγματα
Civil engineering plays a crucial role in urban development and city planning.
Το πολιτικό μηχανικό παίζει καθοριστικό ρόλο στην αστική ανάπτυξη και τον σχεδιασμό της πόλης.
The field of civil engineering includes areas like transportation, environmental, and structural engineering.
Ο τομέας της πολιτικής μηχανικής περιλαμβάνει περιοχές όπως οι μεταφορές, το περιβάλλον και η δομική μηχανική.



























