Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Chronicler
01
χρονικογράφος, ιστορικός
a person who records influential or historical events by writing them down in the exact order that they happened
Λεξικό Δέντρο
chronicler
chronicle
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
χρονικογράφος, ιστορικός
Λεξικό Δέντρο