LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Aerobiotic
/ˌeəɹəʊbaɪˈɒtɪk/
/ˌɛɹoʊbaɪˈɑːɾɪk/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "aerobiotic"
aerobiotic
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
living or active only in the presence of oxygen
word family
aerobiotic
aerobiotic
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
aerobiosis
aerobics
aerobic exercise
aerobic
aerobe
aerodontalgia
aerodrome
aerodynamic
aerodynamic force
aerodynamic lift
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App