Carnify
volume
British pronunciation/kˈɑːnɪfˌaɪ/
American pronunciation/kˈɑːɹnɪfˌaɪ/
carnified

Ορισμός και Σημασία του "carnify"

to carnify
01

become muscular or fleshy

word family

carn

carn

Noun

carnify

Verb
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store