LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Cared-for
/kˈeədfɔː/
/kˈɛɹdfɔːɹ/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "cared-for"
cared-for
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
having needed care and attention
uncared-for
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
care-laden
care is no cure
care home
care for
care delivery
careen
career
career counseling
career girl
career ladder
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App