Adduct
volume
British pronunciation/ɐdˈʌkt/
American pronunciation/ˈædəkt/

Ορισμός και Σημασία του "adduct"

01

a compound formed by an addition reaction

to adduct
01

draw a limb towards the body

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store