Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bullock
01
νεαρός ευνουχισμένος ταύρος, ταύρος
a young male cow with its sex organs removed
02
ταυράκι, νέος ταύρος
young bull
Λεξικό Δέντρο
bullocky
bullock
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
νεαρός ευνουχισμένος ταύρος, ταύρος
ταυράκι, νέος ταύρος
Λεξικό Δέντρο