Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Nap-nap
01
υπνάκο-υπνάκο, κοιμητούλι-κοιμητούλι
used to refer to a nap in a playful or childlike manner, often spoken to young children
Παραδείγματα
Do you want to take nap-nap now?
Θέλεις να κάνεις νάνι-νάνι τώρα;
You look sleepy, time to have nap-nap!
Φαίνεσαι νυσταγμένος, ώρα για υπνάκο!



























