
Αναζήτηση
ginger-haired
01
κοκκινομάλλης, ξανθόκαστανη
having hair that is reddish or orange-brown in color
Example
The ginger-haired girl stood out in the crowd.
Η κοκκινομάλλης κοπέλα ξεχώριζε στο πλήθος.
He is a ginger-haired actor known for his unique looks.
Είναι ένας κοκκινομάλλης ηθοποιός γνωστός για την μοναδική του εμφάνιση.

Συναφή Λέξεις