Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Eye strain
01
κόπωση των ματιών, πίεση των ματιών
discomfort or tiredness in the eyes from prolonged focusing or screen use
Παραδείγματα
She developed eye strain after staring at the computer for hours.
Ανέπτυξε κόπωση των ματιών μετά από ώρες κοιτάζοντας τον υπολογιστή.
Reading in poor lighting can cause eye strain.
Η ανάγνωση σε κακό φωτισμό μπορεί να προκαλέσει κόπωση των ματιών.



























