Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
hard-to-spot
01
δύσκολο να εντοπιστεί, δύσκολο να δει
difficult to see or notice because of being hidden or not easily visible
Παραδείγματα
The camouflaged animal was hard-to-spot in the dense forest.
Το καμουφλαρισμένο ζώο ήταν δύσκολο να εντοπιστεί στο πυκνό δάσος.
The tiny error in the document was hard-to-spot even with a careful review.
Το μικρό λάθος στο έγγραφο ήταν δύσκολο να εντοπιστεί ακόμα και με προσεκτική αναθεώρηση.



























