Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
U-ey
01
αναστροφή, ξαφνική αλλαγή κατεύθυνσης
a term referring to a U-turn or a sudden change in direction
Παραδείγματα
We missed the exit and had to make a quick U-ey to get back on track.
Χάσαμε την έξοδο και έπρεπε να κάνουμε μια γρήγορη αναστροφή για να επιστρέψουμε στο δρόμο.
The taxi driver made a U-ey in the middle of the street to avoid the traffic jam.
Ο ταξιτζής έκανε μια αναστροφή στη μέση του δρόμου για να αποφύγει την κίνηση.



























