Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Econobox
01
ένα μικρό, οικονομικό αυτοκίνητο
a small, economical car, typically with a focus on fuel efficiency and affordability
Παραδείγματα
He bought an econobox for his daily commute to save on gas.
Αγόρασε ένα econobox για τις καθημερινές του μετακινήσεις για να εξοικονομήσει βενζίνη.
The rental agency offered a variety of econoboxes for budget-conscious travelers.
Η εταιρεία ενοικίασης προσέφερε μια ποικιλία από econoboxes για τους ταξιδιώτες που είναι συνετοί με τον προϋπολογισμό.



























