LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
As a consequence
/az ɐ kˈɒnsɪkwəns/
/æz ɐ kˈɑːnsɪkwəns/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "as a consequence"
as a consequence
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
ως συνέπεια
used to indicate that something follows as a result or outcome of a preceding event or action
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App