Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bow fishing
01
ψάρεμα με τόξο, βολή ψαριών με εξειδικευμένο εξοπλισμό τοξοβολίας
a method of fishing where fish are shot with specialized archery equipment
Παραδείγματα
To excel at bow fishing, one needs patience and keen eyesight.
Για να διακριθεί κανείς στην αλιεία με τόξο, χρειάζεται υπομονή και οξυδερκής όραση.
Bow fishing gear includes specialized bows and arrows designed for aquatic use.
Ο εξοπλισμός ψαρέματος με τόξο περιλαμβάνει εξειδικευμένα τόξα και βέλη σχεδιασμένα για χρήση στο νερό.



























