bow fishing
Pronunciation
/bˈoʊ fˈɪʃɪŋ/
British pronunciation
/bˈəʊ fˈɪʃɪŋ/

Ορισμός και σημασία του "bow fishing"στα αγγλικά

01

ψάρεμα με τόξο, βολή ψαριών με εξειδικευμένο εξοπλισμό τοξοβολίας

a method of fishing where fish are shot with specialized archery equipment
example
Παραδείγματα
To excel at bow fishing, one needs patience and keen eyesight.
Για να διακριθεί κανείς στην αλιεία με τόξο, χρειάζεται υπομονή και οξυδερκής όραση.
Bow fishing gear includes specialized bows and arrows designed for aquatic use.
Ο εξοπλισμός ψαρέματος με τόξο περιλαμβάνει εξειδικευμένα τόξα και βέλη σχεδιασμένα για χρήση στο νερό.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store