Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Road running
01
δρόμος τρεξίματος, τρέξιμο στο δρόμο
a form of long-distance running that takes place on paved roads
Παραδείγματα
The marathoner focused on road running to prepare for the upcoming race.
Ο μαραθωνοδρόμος επικεντρώθηκε στο δρόμο τρεξίματος για να προετοιμαστεί για τον επερχόμενο αγώνα.
His training regimen includes regular road running sessions to build endurance.
Το πρόγραμμα προπόνησής του περιλαμβάνει τακτικές συνεδρίες δρόμου για την αύξηση της αντοχής.



























