Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Field lacrosse
01
λακρός γηπέδου, λακρός σε εξωτερικό χώρο
a version of lacrosse played outdoors with ten players on each team
Παραδείγματα
He plays field lacrosse every weekend with his friends.
Παίζει λακρός γηπέδου κάθε Σαββατοκύριακο με τους φίλους του.
Field lacrosse games are played on large fields.
Τα παιχνίδια λακρός γηπέδου παίζονται σε μεγάλα γήπεδα.



























