dojo
do
ˈdoʊ
ντου
jo
ʤoʊ
τζου
British pronunciation
/dˈəʊdʒəʊ/

Ορισμός και σημασία του "dojo"στα αγγλικά

01

ντοτζό, αίθουσα προπόνησης

a training facility or space used for martial arts practice and instruction
example
Παραδείγματα
Students bow upon entering the dojo as a sign of respect.
Οι μαθητές κάνουν υπόκλιση κατά την είσοδό τους στο dojo ως σημάδι σεβασμού.
The dojo walls are adorned with traditional martial arts symbols and inspirational quotes.
Οι τοίχοι του ντοτζό είναι διακοσμημένοι με παραδοσιακά σύμβολα πολεμικών τεχνών και εμπνευσμένες φράσεις.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store