Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Injury time
01
πρόσθετος χρόνος, χρόνος τραυματισμών
the additional minutes added to the end of a match to compensate for time lost due to injuries or stoppages
Παραδείγματα
The referee added three minutes of injury time to the match.
Ο διαιτητής πρόσθεσε τρία λεπτά πρόσθετου χρόνου στο παιχνίδι.
The team scored a last-minute goal during injury time.
Η ομάδα σκόραρε ένα γκολ στο τελευταίο λεπτό κατά τη διάρκεια του πρόσθετου χρόνου.



























