Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
attaboy
01
Μπράβο, Καλή δουλειά
used to express praise, encouragement, or approval, typically directed toward a male
Παραδείγματα
You tied your shoes all by yourself? Attaboy!
Δέσες μόνος σου τα παπούτσια σου; Μπράβο!
You got the promotion? Attaboy, well deserved!
Πήρες την προαγωγή; Μπράβο, το άξιζες!



























