Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
in your face
01
στο πρόσωπό σου, να το
used to express triumph, satisfaction, or defiance after achieving success or proving someone wrong
Παραδείγματα
I aced the exam you said I 'd fail, in your face!
Πέρασα την εξέταση που είπες ότι θα αποτύχω, στα μούτρα σου!
We won the tournament, in your face, doubters!
Κερδίσαμε το τουρνουά, στα μούτρα σου, αμφισβητητές !



























