in relation to
volume
British pronunciation/ɪn ɔː wɪð ɹɪlˈeɪʃən tuː/
American pronunciation/ɪn ɔːɹ wɪð ɹɪlˈeɪʃən tuː/

Ορισμός και Σημασία του "(in|with) relation to"

in relation to
01

referring to or concerning a particular topic, subject, or context

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store