Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
along with
01
μαζί με, παράλληλα με
together with something else
Παραδείγματα
An instruction manual came along with the new appliance.
Ένα εγχειρίδιο οδηγιών ήρθε μαζί με τη νέα συσκευή.
The software update arrived along with several security patches.
Η ενημέρωση του λογισμικού ήρθε μαζί με αρκετές επιδιορθώσεις ασφαλείας.
02
μαζί με, σε συνεργασία με
in cooperation or coordination with someone or something
Παραδείγματα
She worked along with her colleagues to finish the project on time.
Δούλεψε μαζί με τους συναδέλφους της για να ολοκληρώσει το έργο εγκαίρως.
The students collaborated along with their teachers to plan the event.
Οι μαθητές συνεργάστηκαν μαζί με τους δασκάλους τους για να οργανώσουν την εκδήλωση.



























