Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Toy gun
01
παιχνιδόπιστολο, παιχνιδόφυλλο
a fake gun used for playing games, and it cannot shoot real bullet
Παραδείγματα
She pretended to be a superhero, using her toy gun to save the day.
Προσποιήθηκε ότι είναι υπερήρωας, χρησιμοποιώντας το παιχνιδόπιστολό της για να σώσει την ημέρα.
The toy gun made a loud popping sound every time he pulled the trigger.
Το παιχνιδόπιστολο έκανε ένα δυνατό κρότο κάθε φορά που τραβούσε τη σκανδάλη.



























