Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Temporal case
01
χρονική πτώση, πτώση χρόνου
a grammatical case used to indicate temporal relationships, such as time, duration, or frequency
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
χρονική πτώση, πτώση χρόνου