Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
torpedo level
/toːɹpˈiːdoʊ lˈɛvəl/
/tɔːpˈiːdəʊ lˈɛvəl/
Torpedo level
01
επίπεδο τορπίλης, αλφάδι τορπίλης
a compact level with multiple vials, including horizontal, vertical, and 45-degree angles, commonly used in tight spaces for accurate leveling
Παραδείγματα
The plumber used a torpedo level to make sure the pipe was perfectly horizontal before securing it.
Ο υδραυλικός χρησιμοποίησε ένα τορπιλικό επίπεδο για να βεβαιωθεί ότι ο σωλήνας ήταν τέλεια οριζόντιος πριν τον ασφαλίσει.
He grabbed the torpedo level from his toolbox to check the alignment of the shelf brackets.
Πήρε το τορπιλοειδές επίπεδο από την εργαλειοθήκη του για να ελέγξει την ευθυγράμμιση των βραχιόνων του ραφιού.



























