Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
toroidal
01
τοροειδής, σε σχήμα δακτυλίου
resembling a doughnut or a ring-shaped object
Παραδείγματα
The toroidal doughnut was freshly baked and glazed, tempting everyone with its sweet aroma.
Το τοροειδές ντόνατ ήταν φρεσκοψημένο και γλασαρισμένο, δελεάζοντας όλους με τη γλυκιά του μυρωδιά.
The toroidal pool design in the resort's courtyard provided a unique and visually appealing place for relaxation.
Το τοροειδές σχέδιο της πισίνας στην αυλή του θέρετρου παρείχε ένα μοναδικό και οπτικά ελκυστικό μέρος για χαλάρωση.
Λεξικό Δέντρο
toroidal
toroid



























